Η ετήσια έκθεση για το 2025 καταγράφει ότι Ελλάδα, Κίνα και Ιαπωνία ελέγχουν μαζί πάνω από το 40% της παγκόσμιας ναυτιλιακής χωρητικότητας.
Η Ελλάδα διατηρεί για ακόμη μία χρονιά την πρώτη θέση στη διεθνή ναυτιλία, σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία της Διάσκεψης των Ηνωμένων Εθνών για το Εμπόριο και την Ανάπτυξη (UNCTAD). Η χώρα μας παραμένει η κορυφαία ναυτιλιακή δύναμη παγκοσμίως σε όρους χωρητικότητας, επιβεβαιώνοντας τον στρατηγικό της ρόλο στο παγκόσμιο εμπόριο και στις θαλάσσιες μεταφορές.
Η ετήσια έκθεση για το 2025 καταγράφει ότι Ελλάδα, Κίνα και Ιαπωνία ελέγχουν μαζί πάνω από το 40% της παγκόσμιας ναυτιλιακής χωρητικότητας, διαμορφώνοντας τις διεθνείς ροές ενέργειας, πρώτων υλών και προϊόντων. Για άλλη μια φορά, η ελληνόκτητη ναυτιλία προηγείται σε deadweight tonnage, παρά το γεγονός ότι η Κίνα διαθέτει υπερδιπλάσιο αριθμό πλοίων. Το γεγονός αυτό υπογραμμίζει τη μεγαλύτερη μέση χωρητικότητα και ισχύ του ελληνικού στόλου, ο οποίος αριθμεί 5.124 πλοία και αντιπροσωπεύει το 16,4% της παγκόσμιας χωρητικότητας.
Η πρωτιά της Ελλάδας στηρίζεται σε παράγοντες όπως η μακρά ναυτική παράδοση, η επιχειρηματική διορατικότητα των Ελλήνων εφοπλιστών και η στρατηγική διασπορά επενδύσεων σε όλους τους τύπους πλοίων, από δεξαμενόπλοια και φορτηγά χύδην έως LNG carriers και containerships. Η δυναμική διαχείριση σε κυκλικές αγορές και η ισχυρή παρουσία σε διεθνή ναυτιλιακά κέντρα — Πειραιά, Λονδίνο και Σιγκαπούρη — ενισχύουν περαιτέρω την ελληνική θέση.
Την ίδια στιγμή, Κίνα και Ιαπωνία ενισχύουν σταθερά τα μερίδιά τους, αντανακλώντας την οικονομική τους επιρροή και την υψηλή τεχνολογική τους εξειδίκευση. Η Κίνα συνεχίζει την ταχεία επέκταση του στόλου της, ενώ η Ιαπωνία επενδύει σε καινοτομία, βιωσιμότητα και ενεργειακή αποδοτικότητα, παραμένοντας πρωτοπόρος στη ναυπηγική βιομηχανία.
Συνολικά, η Ασία ελέγχει πάνω από το 50% του παγκόσμιου εμπορικού στόλου, επιβεβαιώνοντας τον καθοριστικό της ρόλο στις διεθνείς αλυσίδες εφοδιασμού και στην παγκόσμια ενεργειακή ασφάλεια. Ωστόσο, η Ελλάδα εξακολουθεί να βρίσκεται στο επίκεντρο των θαλάσσιων εμπορικών δρόμων, διαμορφώνοντας τις ισορροπίες σε μια εποχή αυξανόμενων γεωοικονομικών προκλήσεων.